Kedros και στην Αθήνα, πρώτες εντυπώσεις από το νέο εστιατόριο του Γιάννη Παρίκου

16 Μαΐου 2025
Γιάννης Δεβετζόγλου
Η απήχηση της ταβέρνας Kedros στην Πάρο ήταν τόσο μεγάλη, που ο σεφ και συνιδιοκτήτης Γιάννης Παρίκος άνοιξε «αδερφάκι» της στην Αθήνα. Τι δοκιμάσαμε.
  • KEDROS ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ, ΠΡΩΤΕΣ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΡΙΚΟΥ | Νέα

Κλασικούς μεζέδες με ένα μικρό twist, ίσα ίσα για να λέγονται «σύγχρονοι», χωρίς απρόοπτα στην τελική γεύση. Αυτό ήταν το concept για τα πιάτα στο (βραβευμένο με ένα αστέρι FNL) Kedros της Πάρου. Και η επιτυχία —για πολλούς λόγους— των δύο ετών ζωής που μετρά, δημιούργησε την επιθυμία του σεφ και συνιδιοκτήτη Γιάννη Παρίκου να μεταφέρει το project και στην Αθήνα. Έτσι, μετά από αρκετούς μήνες ανακαίνισης του χώρου, το Kedros Cookhouse άνοιξε στη Λυκόβρυση και έσπευσα μία από τις πρώτες ημέρες λειτουργίας του να το δοκιμάσω. Αρκετά πριν φτάσει το πρώτο πιάτο στο τραπέζι, είχα ενθουσιαστεί με δύο πράγματα: τον χώρο και τις τιμές. Το Kedros Cookhouse δεν φέρνει μόνο αρκετά από τα πιάτα του μητρικού στην Πάρο, αλλά με τη διακόσμησή του μεταφέρει και την αίσθηση του κυκλαδίτικου νησιού στον επισκέπτη του. Το εστιατόριο βρίσκεται μπροστά από ένα μεγάλο και περιποιημένο πάρκο, με πράσινο γκαζόν και πολλά δέντρα, μακριά από τον αυτοκινητόδρομο και τη βουή της πόλης.


Στον εξωτερικό χώρο, τα τραπέζια βρίσκονται κάτω από πλάτανους, ενώ ο εσωτερικός χώρος έχει κάποιες αναφορές στο κυκλαδίτικο σπίτι Από το ταβάνι κρέμονται διακοσμητικά φωτιστικά με ψάθινα καπέλα, με φως που τονίζει την ατμόσφαιρα του χώρου, ενώ η οροφή είναι διακοσμημένη με ξύλινες, φωτισμένες δοκίδες και ψάθινες πλέξεις, στοιχεία που παραπέμπουν από τη μία σε παραδοσιακή διακόσμηση, ενώ και η τοιχοποιία έχει μοντέρνα, φωτιζόμενα γεωμετρικά σχέδια που δίνουν στο χώρο χαρακτήρα. Βέβαια, όλο αυτό έχει γίνει σε έναν μεγάλο χώρο των 300 ατόμων. Και όχι ο ένας πάνω στον άλλο, αλλά σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους τα τραπέζια για αρκετή ιδιωτικότητα.

Το δεύτερο που μου έκανε εντύπωση ήταν οι τιμές. «Είναι τόσο οικονομικό, που θα νομίζει ο κόσμος ότι πουλάς κατεψυγμένα», είπα στον Γιάννη Παρίκο. «Όχι απλώς δεν υπάρχει τίποτα κατεψυγμένο, αλλά όλες οι πρώτες ύλες μας εδώ είναι προσεκτικά επιλεγμένες μία-μία από παραγωγούς από όλη την Ελλάδα. Επίσης, ό,τι μπαίνει στο πιάτο δημιουργείται από το μηδέν», μου απάντησε. Κάτι βέβαια που διαπίστωσα και ιδίοις όμμασι μόλις άρχισαν τα πιάτα να φτάνουν στο τραπέζι. Το μενού επικεντρώνεται στους μεζέδες, όμως το μέγεθος του κάθε πιάτου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «μπαμπάτσικο», αφού είναι μεγαλύτερο και από κυρίως, με αρκετά μεγάλη ποικιλία από ορεκτικά, σαλάτες, αλοιφές και αλίπαστα για τα αποστάγματα, ψάρια και θαλασσινά, χορτοφαγικά και φυσικά επιδόρπια.

Στις γεύσεις τώρα. Το πρώτο που δοκίμασα ήταν οι χειροποίητες αλοιφές, που αποτελούν και βασικά πιάτα για το concept του εστιατορίου. Βελούδινη η κρέμα ταραμοσαλάτας με ξύσμα αβγοτάραχου για να ανεβάζει τη γεύση του θαλασσινού ιωδίου, τόσο όσο καπνιστή η μελιτζανοσαλάτα που συνδυαζόταν με πιπεριά Φλωρίνης, εξαιρετική η τυροκαυτερή με μαλακή φέτα από την Τρίπολη, μπούκοβο και zaatar, και δροσερό το τζατζίκι με στραγγιστό γιαούρτι και λίγο σκορδάκι. Από τη ρεγγοσαλάτα μου έλειψε μόνο λίγη γευστική ένταση, καθώς αυτό που έχω στο μυαλό μου όταν ακούω «ρέγγα» είναι το έντονα καπνισμένο ψάρι που συνήθως συνοδεύουμε όσπρια σε σάλτσα ντομάτας. Κοντά στο άρωμα αυτής της ρέγγας, λοιπόν, και ακόμη πιο κοντά στη γεύση του παστωμένου και αλατισμένου τσίρου (σκουμπρί) ήταν η καπνιστή σαρδέλα, η οποία προτείνεται ως ο τέλειος ουζομεζές. Στην ίδια κατηγορία βρίσκεται και ο μαρινάτος γαύρος, τρυφερός, αλμυρός και στρογγυλεμένα ξινός, σερβίρεται με μπόλικη τραγανή, μαριναρισμένη σαλάτα από «ζωντανά» αλμυρίκια. Οι φουσκωτοί κολοκυθοκεφτέδες ήταν πλούσιοι σε φρέσκα μυρωδικά και κολοκυθάκι, αέρινα τηγανισμένοι, τραγανοί εξωτερικά, ζουμεροί και αφράτοι εσωτερικά. Η παριανή ρεβυθάδα με διάφορα όσπρια, ντομάτα, πιπεριά και πίκλα τζίντζερ και μπόλικο φρέσκο κόλιανδρο έχει μία παιχνιδιάρικη γευστική διάσταση, με τη ντομάτα και την πιπεριά να χαρίζουν φρεσκάδα και γλύκα, ενώ η πίκλα τζίντζερ προσθέτει μια διακριτική, αναζωογονητική, πικάντικη νότα που δίνει ζωντάνια στο πιάτο. Εξαιρετική ήταν και η τυρόπιτα που φτιάχνεται με φύλλο από κανταΐφι και μείγμα τυριών και ψήνεται σε υψηλή θερμοκρασία σε μαντέμι, με λίγο βούτυρο το οποίο δεν υπάρχει ούτε στο πιάτο ούτε στη γεύση, απλώς δίνει χρυσαφένιο χρώμα και τραγανότητα στο φύλλο. Με βαθιά γεύση και αρκετά χορταστικό ήταν το πεϊνιρλί με μοσχαρίσια ουρά μπρεζέ, γραβιέρα Πάρου και αβγό με υγρό κρόκο. Η τρυφερή, γλυκιά και αλμυρή μοσχαρίσια ουρά έλιωνε στο στόμα, η γραβιέρα Πάρου πρόσθετε ουμάμι, το αβγό με τον υγρό του κρόκο λειτουργούσε ως ζωμός που ενώνει τα επιμέρους στοιχεία του πιάτου και σε συνδυασμό με την τραγανή και αέρινη ζύμη δημιουργούσε ένα αρμονικό γευστικό σύνολο. Τα πιάτα του Γιάννη Παρίκου μπορούν να συνοδεύσουν οι περίπου 40 ετικέτες κρασιού από τον ελληνικό αμπελώνα που είναι διαθέσιμες, αλλά και ψαγμένα αποστάγματα και μπίρες. Σύντομα, εντός του εστιατορίου θα ανοίξει και μπακάλικο, το οποίο θα διαθέτει τα επιλεγμένα προϊόντα με τα οποία μαγειρεύει η κουζίνα.

Info: Λεωφ. Σοφοκλή Βενιζέλου 72, Λυκόβρυση, τηλ.: 2106825181, Δευτέρα-Κυριακή 5:00 μ.μ.–12:00 π.μ., τιμές: €20-25.

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση