Καλοκαιρινές γαστρονομικές και μη… στάσεις στο Ζαγόρι

25 Αυγούστου 2016
Δημήτρης Σταθόπουλος
Ο Δημήτρης Σταθόπουλος μοιράζεται μαζί μας τα καλοκαιρινά μυστικά ενός εναλλακτικού προορισμού.
  • ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΗ… ΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΖΑΓΟΡΙ | Προορισμοί

Αν ήμουν 20 χρόνια μεγαλύτερος, θα έγραφα αυτό το άρθρο φορώντας τα στιλάτα πρεσβυωπικά γυαλιά μου, χαϊδεύοντας το σεβάσμιο λευκό μούσι μου και αυτάρεσκα θα έγραφα: Ήταν ο μαγικός  Ιούνιος του 2008, με πρωτοβουλία ενός φωτισμένου οινοποιού του Γιάννη Μπουτάρη, είχα την ευκαιρία μαζί με μία ομάδα δημοσιογράφων να γνωρίσω για πρώτη φορά τα Ζαγοροχώρια. Και μαγεύτηκα. Μαγεύτηκα από το οργιώδες πράσινο, από την απουσία αρχιτεκτονικών παρατυπιών, από το φανταστικό φαγητό, από τις εκπληκτικές φιγούρες των Ηπειρωτών, και όλα αυτά εγώ, ένας ορκισμένος Πελοποννήσιος. Μαγεύτηκα και από μία φιλία που δημιουργήθηκε σ’ αυτό το ταξίδι και μου άλλαξε τη ζωή. Και εγώ τη δική της, όπως δηλώνει...

Από τότε φροντίζω, όποτε μπορώ, να επιστρέφω. Πάντα κατακαλόκαιρο και πάντα με πολύ αγαπημένους μου ανθρώπους. Μάλλον για να αναβιώνω μέσα μου κάτι από την ατμόσφαιρα εκείνου του ταξιδιού και να μεταφέρω έστω και ψήγματα στην παρέα μου. 

Εν πάση περιπτώσει δεν είμαι 20 χρόνια μεγαλύτερος, δεν έχω σεβάσμιο μούσι, και δεν είναι καιρός για αυταρέσκειες. Για αυτό γράφω μόνο τα παρακάτω:  Έτσι και φέτος, Αυγουστιάτικα, πήραμε το δρόμο για την Ήπειρο: Πάπιγκο, Καπέσοβο, Αρίστη, Ιωάννινα. Λοξοκοιτάξαμε και την παραθαλάσσια Ήπειρο, αλλά αυτά θα σας τα πω σ’ ένα άλλο άρθρο.

Σ αυτό το ταξίδι κατ’ αρχήν... φάγαμε! Και πλέον, το φαγητό στην Ήπειρο είναι ένας γοητευτικός συνδυασμός μεταξύ της απλής, σχεδόν δωρικής, παραδοσιακής κουζίνας, ενός τόπου φτωχού και δυσκολεμένου με πινελιές και έμπνευση από έμπειρους σεφ που κουβαλούν στις βαλίτσες τους εμπειρίες από Ευρώπη και Αμερική.  Δοκιμάσαμε φυσικά κάθε λογής πίτα, και καταλάβαμε ότι οι συνδυασμοί, η πρωτοτυπία και η δημιουργικότητα είναι ανεξάντλητη στις ηπειρώτικες κουζίνες. 


Πρώτη στάση φιλοξενίας ο ξενώνας Άπειρος Χώρα στο μικρό χωριό των Κάτω Πεδινών. Πιο κοντά στη λογική του σπιτιού, όπως ακριβώς πρέπει να είναι ένας ξενώνας, το πατρικό σπίτι του Γιώργου Κοντούρη έγινε ξενώνας, με τη σφραγίδα της Αθηνάς, συζύγου του Γιώργου. «Κάποια στιγμή έπρεπε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με το σπίτι που κληρονομήσαμε. Ο χρόνος είχε επιδράσει σημαντικά πάνω του. Πήραμε την απόφαση να το μετατρέψουμε σε ξενώνα», θα μας πει η Αθηνά, η οποία με αυτή την απόφαση ουσιαστικά άφηνε πίσω της την Αθήνα και μία πετυχημένη καριέρα στο τομέα της διακόσμησης. Μένει πλέον μόνιμα στο χωριό και περνάνε όλα από την έμπειρη ματιά της. Μια ξύλινη επιβλητική αυλόπορτα και ένα πανέμορφο καλντερίμι, μας οδηγούν στην μπροστινή αυλή και στην είσοδο του κτιρίου. Μία επιγραφή μας ενημερώνει για την χρονολογία της αρχικής κατασκευής του κτιρίου, 1861. Τα 7 δωμάτια (6 δίκλινα και μία σουίτα), έχει το καθένα το δικό του χρώμα και φιλοξενούν κατά κύριο λόγο έπιπλα και αντικείμενα που βρέθηκαν μέσα στο σπίτι. «Εκείνο που με ενδιαφέρει πάρα πολύ, είναι ο επισκέπτης να βιώσει τη αρχική λειτουργία του σπιτιού και να κατανοήσει την ιστορική αξία που έχουν τα αντικείμενα που βρίσκονται μέσα.» μας λέει ο Γιώργος, ενώ απολαμβάνουμε το πρωινό στην τραπεζαρία του κουζίνας. Στην πίσω αυλή με θέα στην μεγαλύτερη κοιλάδα του Ζαγορίου, δοκιμάσαμε ένα δροσιστικό ποτό με άνθη κουφοξυλιάς, που το προσφέρουν ως welcomedrink. Η Αθηνά, φτιάχνει καθημερινά διάφορα γλυκίσματα και πεντανόστιμα καλούδια για το πρωινό. 


Περνάμε… ξώφαλτσα από την Αρίστη, μιας και θα την επισκεφτούμε στη συνέχεια και κάνουμε μία μικρή στάση στην ομώνυμη γέφυρα, όπου περνάει ο Βοϊδομάτης. Εκείνη την ώρα ξεκινούσαν 2 βάρκες rafting. Θα φτάσουν ως την γέφυρα της Κλειδωνιάς αφού πρώτα περάσουν μέσα από τα πανέμορφα τοπία και κάτω από τα καταπράσινα πλατάνια. Από αυτό το σημείο χρειάζεσαι περίπου 20 λεπτά για να ανέβεις στο Πάπιγκο. Εκεί στην είσοδο του Μεγάλου Πάπιγκου, η Έλλη, παρέχει εδώ και λίγες εβδομάδες, το καλύτερο καλωσόρισμα του χωριού. Την Έλλη, την συνάντησα πριν από 2 περίπου μήνες στο Καπέσοβο, στο «Στέρνα», ένα μαγαζί σημείο συνάντησης στην πλατεία του χωριού το οποίο διατηρεί η μητέρα της η κυρία Άννα. Το όνομα του μαγαζιού οφείλεται στη στέρνα βάθους 10 μέτρων που βρίσκεται μέσα στο μαγαζί. Μιλώντας για τη στέρνα και τη χρησιμότητά της στο παρελθόν, δοκιμάζοντας τα γλυκά της ημέρας και τους παραδοσιακούς μεζέδες, η Έλλη Παπαγεωργίου, μου μίλησε για τη νέα «Στέρνα». «Πλέον ζω με τον σύζυγό μου μόνιμα στο Πάπιγκο και σε λίγες ημέρες θα έχουμε έτοιμο το νέο  μαγαζί. Σε περιμένουμε..» μου είπε και δεν έχασα ευκαιρία. Το κτίριο ολοκληρώθηκε πριν από λίγο καιρό, ωστόσο η αρχιτεκτονική του και η επιλογή των υλικών και των επίπλων είναι τέτοια που δίνει την αίσθηση ότι υπήρχε εκεί από πάντα. Πέρα από τα γλυκά, όπως η καρυδόπιτα, το ρεβανί, η καρύδα και πολλές επιλογές από γλυκά του κουταλιού, εδώ μπορεί να βρεις μοντέρνα διακοσμητικά και αναμνηστικά από το χωριό, πολλά από τα οποία είναι δημιουργίες της Έλλης.  Απολαύσαμε τη δροσιστική σπιτική λεμονάδα, την καρύδα με παγωτό και αναχωρήσαμε για τις περίφημες Οβίρες Ρογκοβού, τις μικρές φυσικές πισίνες σμιλεμένες πάνω στα βράχια και με το νερό του ποταμού να τις γεμίζει και να αποτελούν σημείο όπου μπορείτε να κάνετε ένα σύντομο μπάνιο, στα ορεινά. 


Στην επιστροφή σταματήσαμε στην Αρίστη ή «Αρτίστη», όπως πολύ εύστοχα την είπε η ευφυής της παρέας. Ανηφορίζοντας από την πλατεία, και περπατώντας μέσα στα στενά πλακόστρωτα δρομάκια του χωριού, φτάσαμε στο ενταγμένο στην αλυσίδα ξενοδοχείων της National Geographic "Unique Lodges Of The World" και πρόσφατα βραβευμένο ως το καλύτερο "Luxury Hideaway Resort" της Ευρώπης, Aristi Mountain Resort. Εκτός από τη φιλοξενία του, η κουζίνα του διαγράφει λαμπρή τροχιά. Ο πολυπράγμων σεφ Γιάννης Κιόρογλου, executive chef στο la Guerite στις Κάνες και στο St. Barth, κάνει θαύματα στις κατσαρόλες του Salvia, του εστιατορίου του ξενοδοχείου, παίζοντας με τοπικά υλικά και παραδοσιακές συνταγές. Την ονομάζει «κουζίνα της φύσης» και έχει ως κεντρικό της πυρήνα τις καλής ποιότητας πρώτες ύλες και φυσικά την άριστή συνεργασία με τον σεφ Χρήστο Διαμάντη, ο οποίος έχει αναλάβει την υλοποίηση του μενού. Τις πρώτες ύλες, τις προμηθεύονται είτε από ντόπιους παραγωγούς, είτε από τη «γυάλινη σφαίρα» το θερμοκήπιο του ξενοδοχείου αλλά και τον υπαίθριο κήπο, που βρίσκονται λίγα μέτρα πιο κάτω από το ξενοδοχείο και από ότι μαθαίνω σύντομα θα είναι επισκέψιμο και ο χώρος θα αξιοποιείται για brunchκαι πιν νικ. Δοκιμάσαμε τις γαρίδες αμβρακικού με χυλοπίτες και θέλουμε να ξαναπάμε για αυτό αλλά και για άλλα πιάτα όπως το σεβίτσε με πέστροφα από το Βοϊδομάτη και σάλτσα εσπεριδοειδών.

Στα Κάτω Πεδινά, η γεύση κάνει στάση στο ένα και μοναδικό καφενείο του χωριού, το οποίο η Ναυπλιώτισσα Βαγγελιώ, έχει καταφέρει να το μετατρέψει σε ένα χώρο που πέρα από τα προφανή, μπορεί κανείς να βρει καλό παραδοσιακό φαγητό. Οι επιλογές είναι συγκεκριμένες και περιορίζονται σε 3-4 λαδερά και συνήθως ένα ψητό. Την ημέρα που βρεθήκαμε στο χωριό, είχε κατσικάκι στο φούρνο με πατάτες. Από λαδερά προλάβαμε τις κοκκινιστές μελιτζάνες με φέτα. Όλα ήταν όνειρο.  


Στη Βίτσα, μας περίμενε ο Βασίλης Κατσούπας, ένας από τους καλύτερους γνώστες των μανιταριών στην Ελλάδα. Το εστιατόριο του, «Κανέλλα και Γαρύφαλο», είναι θεματικό και αποτελεί σημείο συνάντησης για όλους όσους λατρεύουν τα μανιτάρια. Ο Βασίλης, είναι πάντα πρόθυμος να μιλήσει για αυτά, και να εξηγήσει για τα διάφορα είδη. Οι συνταγές  βασίζονται στις αναρίθμητες τοπικές ποικιλίες μανιταριών. Ένα πιάτο που επιλέγω κάθε φορά είναι τα μαύρα δεντρομανίταρα με αμύγδαλα και σπανάκι. Ακόμη και αν και τα μανιτάρια δεν αποτελούν την πρώτη σας γαστρονομική επιλογή ενδεχομένως μία επίσκεψη στο Βασίλη να σας κάνει να αλλάξετε άποψη.

Φεύγοντας από την περιοχή, έκανα μία στάση στα Ιωάννινα. Είχα ακούσει για το μαγειρείο Πιπερίτσα, στην νεανική πλατεία Πάργης. Μοντέρνα, λιτή διακόσμηση, νόστιμο ελληνικό comfort φαγητό. Ο Θοδωρής, είναι σεφ, κατάγεται από το Κεφαλόβρυσο Πογωνίου. Αγαπάει την παραδοσιακή μαγειρική και έχει μακρά εμπειρία καθώς εργάστηκε σε αρκετά εστιατόρια στην Ελλάδα και στη συνέχεια επέστρεψε στα Ιωάννινα για να κάνει το δικό του εστιατόριο. «Θέλω κάθε μέρα να δίνω και μία νέα επιλογή στους πελάτες. Υπάρχει μία βασική γκάμα επιλογών και μετά έχω να προσθέτω και αφαιρώ ανάλογα με την εποχή και με τον καιρό.» Δοκίμασα φασολάκια φρέσκα με φέτα Ηπείρου και μία εξαιρετική πίτα με άγρια χόρτα.

*Το άρθρο αυτό το αφιερώνω στην Αλεξάνδρα, για χρόνια οργανωτική ψυχή των Δρόμων του Κρασιού Βορείου Ελλάδος.  

 

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση