Psaropoula Fish Meze: Καινούργια αρμενίσματα στη Καλλιθέα με πλοηγό τον Γιάννη Λιόκα

24 Ιουνίου 2022
Τάσος Μητσελής
Μια από τις πιο ονομαστές ψαροταβέρνες της Αθήνας, περνάει σε νέα χέρια, ανακαινίζεται εκ βάθρων και ο Γιάννης Λιόκας που επιμελείται το φαγητό, την οδηγεί σε πιο μοντέρνα πελάγη.
6.5
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
3.5 / 5.0
3.5 / 5.0
3.5 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Casual
Μοντέρνα
Ψάρι
Δεν υπάρχει καλοφαγάς στη Καλλιθέα που να μη ξέρει τη Ψαροπούλα. Το πρώτο πρώτο μαγαζί άνοιξε πριν 37 χρόνια στην οδό Δοϋράνης από τον Ηλία Χαϊδεμένο. «Ο κύριος Ηλίας έγραψε ιστορία εδώ» μου είπε προχθές με μια φωνή φορτωμένη με γλύκα και σεβασμό ο υπεύθυνος του εστιατορίου. Το πρωί δούλευε στη τράπεζα και το βράδυ στη ψαροταβέρνα, μέχρι που πήρε σύνταξη και δόθηκε ψυχή τε και σώματι στη ταβέρνα. Τα χρόνια πέρασαν και όταν ο ίδιος αποφάσισε να κρεμάσει τη ποδιά, βρέθηκε στο δρόμο του ο Σπύρος Κερκύρας, μαζί με τον Ηλία Ανθίδη, τον Ερμή Τριανταφύλλου και την Ειρήνη Πυρπυρή. Και κάπως έτσι η Ψαροπούλα αντί να τραβηχτεί στη στεριά, ξανοίχτηκε για τα καλά σε μια μάλλον πιο ανοιχτή θάλασσα. Τη μεταμόρφωση του χώρου έκανε ο interior designer Γιώργος Παντελούκας, χαρίζοντας στη διαρρύθμιση σύγχρονο στυλ με ένα πολύ γουστόζικο κατά τη γνώμη μου πάντρεμα αστικών και νησιώτικων στοιχείων: η αντίστοιχη της άσπρης «ασβεστωμένης» πέτρας στους τοίχους με τα λευκά τραπέζια, και τις μαύρες καρέκλες δένει όμορφα στο μάτι, τόσο στο εσωτερικό όσο και έξω στην «αυλή» όπου αισθάνεσαι κατά τι περισσότερο και την αύρα της γειτονιάς. Είναι ωραία εδώ. Με τον Ηλία Ανθίδη στο επιχειρηματικό κουαρτέτο, το κρασί δεσπόζει σε έναν οινικό μπαχτσέ που έχει από Σαντορίνες και Chablis μέχρι σαμπάνιες, δημοφιλή ροζέ και ένα σωρό αποστάγματα. Κυριαρχεί ο ελληνικός αμπελώνας. Όσο για τα ποτήρια; Riedel, κυρίες και κύριοι. Αλλά και το σέρβις ενημερωμένο για τα πάντα. 

Η Psaropoula Fish Meze και γευστικά πλέον δεν θυμίζει σε τίποτα ταβέρνα. Απεναντίας με την εγγυημένη, η αλήθεια να λέγεται, υπογραφή του Γιάννη Λιόκα στην επιμέλεια των γεύσεων και σεφ εκεί, τον στενό του συνεργάτη, Αλέξανδρο Μηλιαράκη, παραπέμπει σε σύγχρονο εστιατόριο ψαροφαγίας. Μέσα από αυτό το μοντέρνο πνεύμα στη κουζίνα εκφράζονται και κλασικά πιάτα της ψαροταβέρνας, όπως η κακαβιά με ψίχα από σφυρίδα, τόσο όσο κρόκο Κοζάνης και αρώματα από ψητό λεμόνι, ούτως ώστε και να έχει ζωντάνια και να «ακούς» τη θάλασσα. Στις πιο τολμηρές σπεσιαλιτέ, οι γαρίδες σαγανάκι έρχονται σε κρύα εκδοχή με ελαφρώς μαριναρισμένες και γλυκοφάγωτες γαρίδες Κοιλάδας που συνδυάζονται με γκασπάτσο ντομάτας η οποία είναι κάπως μουντή, ανάλαφρη κρέμα φέτας, αυγά χρυσής ρέγγας και πιπεριές τουρσί. Θυμίζει σίγουρα την πρωτότυπη συνταγή, αν και θα βοηθούσε περισσότερο για να αναδειχθεί η υφή της γαρίδας, να χρησιμοποιούσαν μεγαλύτερου μεγέθους (βέβαια δεν βοηθάει τώρα η εποχή) και το κοντράστ ντομάτας φέτας να γίνει ένα κλικ πιο έντονο. Από την άλλη, το υπέροχο μαγιάτικο κόβεται σε παχιές φέτες και η μαρινάδα του σε ponzu ντομάτας, αλμύρα και κάπαρη έχει λεπτές οξύτητες που το κάνουν και ντελικάτο και απολαυστικό, ενώ η αθηναϊκή επιδέχεται βελτιώσεων. Ο Λιόκας είναι μετρ στα ζυμαρικά. Ωστόσο στα κατά τα αλλά εξαίσια linguini με τη. ωραία λιπαρότητα που δίνει το καμένο βούτυρο πρέπει να ενισχύσουν την παρουσία του αυγοτάραχου και του γάρου αντζούγιας για να δέσουν πιο αρμονικά με τη σάλτσα, μια και είμαστε σε θαλασσινό εστιατόριο. Αυτό που αξίζει πάντως τα εύσημα είναι η τηγανητή τσιπούρα, ανοιγμένη σε πετάλι, με μια κρουστά τραγανή εξωτερικά και με τροφαντό υπόστρωμα, άψογης υγρασίας, που κρατάει το ψάρι χυμώδες και νοστιμότατο. Αλλά και από τη σχάρα βγήκε μια ψητή γλώσσα, σκέτο λουκούμι. Τα επιδόρπια καταφτάνουν από το γειτονικό ζαχαροπλαστείο La Maison του Θανάση Τσαγκλιώτη και τόσο η lemon pie του, όσο και το προφιτερόλ είναι δυο από τα καλύτερα γλυκά που έχω δοκιμάσει από τα χέρια του. Το εστιατόριο είναι ακόμη βρέφος, παρόλα αυτά ξεκίνησε με φόρα και στοχεύει ψηλά. Άλλωστε, με το καλησπέρα φλερτάρει το 7/10 κι αυτό λέει πολλά για τη φόρα με την οποία ξεκίνησε.
Η Κλίμακα της Βαθμολογίας