Νυμφαίο, Ρακοκάζανα και πόλη των Μανιταριών

31 Αυγούστου 2022
Δημήτρης Σταθόπουλος
Ο Δημήτρης Σταθόπουλος δίνει τρεις ιδέες για Σεπτεμβριάτικες αποδράσεις στη Βόρεια Ελλάδα.

Την περίοδο που πηγαίναμε σχολείο, ο Σεπτέμβριος αποτελούσε ένα μήνα καμπής καθώς οι ανέμελες ημέρες του καλοκαιριού γίνονταν παρελθόν και ο… κάθε κατεργάρης βρισκόταν στο θρανίο του. Και στη συνέχεια όμως, όταν ο καθένας από εμάς πέρασε στην ενήλικη ζωή του, ο Σεπτέμβριος συνέχισε να αποτελεί τον μήνα των ενάρξεων και του ορισμού των στόχων. Την ίδια στιγμή όμως παραμένει μία περίοδος ιδανική για διακοπές, ακόμη και ολιγοήμερες και μάλιστα σε περιοχές που μπορεί να έρχονται να συνδέσουν το καλοκαίρι με το χειμώνα που ακολουθεί, με τον πιο ιδανικό τρόπο. Στο κείμενο που ακολουθεί, θα κάνουμε μια προσπάθεια να δούμε τρεις διαφορετικούς προορισμούς στη Βόρεια Ελλάδα, με τον καθένα από αυτούς να έχει τη δική του δυναμική.

Νυμφαίο

Τα πετρόκτιστα αρχοντικά στραφταλίζουν στον ήλιο, σε υψόμετρο 1.350 μέτρων και τα καλντερίμια ψιθυρίζουν ιστορίες νοικοκυραίων Βλάχων, που διάσχιζαν όλη τη Βαλκανική φορτωμένοι με πραμάτειες, για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους γεμάτοι με μαλάματα. 

Το βλαχοχώρι που ονομαζόταν Νιβεάστα και απολάμβανε ιδιαίτερα προνόμια την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έγινε ένα τόπος, πρότυπο ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, που λάμπει μες στην ομορφιά του, στην πλαγιά του όρους Βίτσι.

Τζαμωτά, σαχνισιά και στέγες καλυμμένες με σχιστόλιθους και λαμαρίνες για να γλιστράει το χιόνι, η καμπάνα που χτυπά για την κυριακάτικη λειτουργία στον Άγιο Γεώργιο, και η Νίκειος Σχολή, που έγινε Κέντρο περιβαλλοντικής ενημέρωσης για την καφέ Αρκούδα.

Μια μικρή έκθεση με οικογενειακές φωτογραφίες – κειμήλια, γίνεται τετράδιο ιστορίας ενός ελληνισμού μαχητικού, δραστήριου και ακάματου.

Αρχοντικά, με σκαλιστά ταβάνια, σπάνια υφαντά και πανέμορφα τζάκια, μεταμορφώθηκαν σε φιλόξενους ξενώνες, ενώ ταβέρνες παραδίδουν μαθήματα πατριδογνωσίας.

Ένας περιφραγμένος χώρος σε δάσος οξιάς, λίγο έξω από το χωριό, έχει γίνει το καταφύγιο της καφέ αρκούδας και μαζί με το καταφύγιο του Λύκου, στη γειτονική Αγραπιδιά, μας ανοίγουν παράθυρα σε νέους κόσμους, όπου η άγρια ζωή αγκαλιάζεται και αναδεικνύεται ως μέρος του πολύτιμου οικοσυστήματος μας.


Ρακοκάζανα στη Φλώρινα

Βράζει ο τόπος. Στο τέλος του φθινοπώρου, την ώρα που το κρύο πέφτει και οι νύχτες γίνονται κρυστάλλινες, στη Φλώρινα αποστάζουν το τσίπουρο. Με γλυκάνισο ή χωρίς, όταν ξεκινάει η περίοδος της απόσταξης τα καζάνια βράζουν μέρα – νύχτα και σε κάθε απόσταξη γιορτάζεται η σοδειά και η χαρά της ζωής.

Με ήχους από χάλκινα και με χορούς κυκλωτικούς, με μεζέδες που έχουν τη γεύση του τόπου, στα καζάνια συναντιούνται οι παρέες, αλλά πάντα είναι ευπρόσδεκτος και ο περαστικός.

Ψητές κατακόκκινες πιπεριές, καυτερό άλειμμα πιπεριάς πάνω στο φρεσκοκαψαλισμένο ψωμί, φασουλονταβάς, ψητό λουκάνικο, όλα στη μέση στο τραπέζι. Μια φθινοπωρινή μάζωξη, ως υπόσχεση ότι θα αντέξουμε κι αυτόν τον χειμώνα.


Γρεβενά, Η πόλη των Μανιταριών

Μανιταροβόλτες, και περπατήματα στην Βάλια Κάλντα, οδικές διαδρομές μέσα στο απίστευτο τοπίο. Η περιήγηση στα Γρεβενά, ξεφεύγει από τα στενά όρια μίας εκδρομής, καθώς το μείγμα της εμπειρίας είναι πέρα για πέρα αληθινό, αξιοποιώντας την άγρια φύση και ζωή, και φυσικά το μανιτάρι. Είναι αυτό εξάλλου που τα τελευταία 35 χρόνια, έχει δώσει στην περιοχή ένα σημαντικό προβάδισμα στη διεύρυνση του τουριστικού της ρεύματος. Και όλο αυτό, επειδή πριν από 3 και πλέον δεκαετίες, κάποιοι εμπνευσμένοι άνθρωποι μπήκαν μπροστά και αποφάσισαν να αναδείξουν τα μανιτάρια των Γρεβενών. Σήμερα όλη η πόλη μιλάει και περιστρέφεται γύρω από αυτά. Δεν αποτελεί βέβαια μόνο γαστρονομικό προϊόν, καθώς αυτά από μόνα τους, λειτουργούν ως την ιδανική αιτία και παρακίνηση για κάποιους που θέλουν να περπατήσουν στη φύση, να περπατήσουν, να αφουγκραστούν τους ήχους της. Από τα συνολικά 7000 είδη μανιταριών που έχουν εντοπιστεί στην Ελλάδα, περισσότερα από 2500 βρίσκονται στα Γρεβενά. Από αυτά, εκατοντάδες είναι βρώσιμα, ωστόσο για λόγους ασφάλειας και σιγουριάς, μόνο τα 10 είναι αυτά που είναι διαδεδομένα και σερβίρονται στα εστιατόρια της πόλης. Είναι ακριβώς αυτά που δύσκολα θα μπερδευτούν με κάποια μη βρώσιμα.

Ο εθνικός δρυμός της Βάλια Κάλντα, που βρίσκεται στα 1400 μ. υψόμετρο, είναι περίκλειστος από βουνά που φτάνουν μέχρι και τα 2000 μέτρα, ενώ μεταφράεται από τα βλάχικα ως «ζεστή κοιλάδα». Πρόκειται για ένα ασύλληπτο τοπίο με συγκλονιστική φύση, πετρώματα και σχηματισμούς, πυκνά δάση μαύρης πεύκης και πλατάνια, δάση από οξιές καθώς και σπάνια είδη φυτών.