GB Roof Garden: Ο Αστέριος Κουστούδης και ο Νίκος Λιόκας βάζουν ξανά το εστιατόριο σε δημιουργική τροχιά

06 Ιουλίου 2022
Τάσος Μητσελής
Θέα που κόβει την ανάσα από τον rooftop του Μεγάλη Βρεταννία, σέρβις αντάξιο των προσδοκιών, βραβευμένη λίστα κρασιών και μια κουζίνα που αρχίζει να παίρνει και πάλι σοβαρά τη δυναμική της.
7.0
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
4.5 / 5.0
4.0 / 5.0
4.0 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Formal
Μοντέρνα
Μεσογειακή
Είναι πλέον αρκετά τα εστιατόρια στην Αθήνα που έχουν θαυμάσια θέα στην Ακρόπολη ή και σε άλλα αξιοθέατα, αλλά κατά τη γνώμη μου κανένα δε μπορεί να ανταγωνιστεί σε αυτό το πεδίο το GB Roof Garden, στη κορυφή του εμβληματικότερου ξενοδοχείου της πρωτεύουσας. Κάθε φορά που ανεβαίνω μέχρι τον όγδοο όροφο του Μεγάλη Βρεταννία για φαγητό, πάντα θέλω τον χρόνο μου για να μεταβολίσω αυτά που σαρώνει μονομιάς το βλέμμα από το κεντρικό μπαλκόνι του εστιατορίου: ο Παρθενώνας, η Βουλή, η Πλατεία Συντάγματος, ο Εθνικός Κήπος μέχρι και το Παναθηναϊκό Στάδιο συμπληρώνουν ένα ανεπανάληπτο κάδρο ιστορικότητας, αρχιτεκτονικής και ομορφιάς. Σκεφτείτε λοιπόν τι παθαίνουν οι ξένοι επισκέπτες μόλις αντικρίζουν αυτό το πλάνο! Να σας πω εγώ που το έχω δει επανειλημμένα: μένουν στη καλύτερη με το στόμα ανοιχτό. 

Πάντα έχει πολύ κόσμο το GB Roof Garden, αλλά αυτό που γίνεται τον τελευταίο ενάμιση μήνα και κορυφώνεται τώρα στο πικ της καλοκαιρινής σεζόν είναι πραγματικά εντυπωσιακό. Μιλάμε για τέτοια κοσμοσυρροή που είναι να απορεί κανείς πως καταφέρνει η κουζίνα και το σέρβις να κρατάνε ένα υψηλό επίπεδο, εξυπηρετώντας πάνω από τετρακόσιους ανθρώπους τη μέρα. Ακόμα και ο τρόπος που αποτρέπουν ορισμένους - συγχωρέστε με που θα το πω έτσι - αδιάκριτους τουρίστες που αψηφώντας όσους τρώνε στα μπροστινά τραπέζια στριμώχνονται ανάμεσά τους για να βγάλουν φωτογραφίες, αποπνέει ευγένεια και τακτ. Μπράβο και στους ίδιους αλλά και στη διοίκηση της ΛΑΜΨΑ που τους αντάμειψε όλους ανεξαιρέτως με ένα διόλου ευκαταφρόνητο χρηματικό ποσό, αναγνωρίζοντας τον επαγγελματισμό τους. Τα καλά να λέγονται. 

Εντυπωσιακό όμως είναι και το κελάρι του εστιατορίου με περίπου οχτακόσιες ετικέτες κρασιών από Ελλάδα και εξωτερικό που επιμελείται ο εξαιρετικός wine director του ομίλου, Βαγγέλης Ψοφίδης. Θα σας πρότεινα να του εμπιστευτείτε ασυζητητί το pairing, ακόμα ακόμα και να τον «μπριζώσετε» για πιο τολμηρές προτάσεις. Τώρα, κακά τα ψέματα αλλά ένα κλασάτο εστιατόριο με αυτό το πακέτο, ipso facto δεν μπορεί να έχει προσιτές τιμές όποτε υπολογίστε σίγουρα εκατό ευρώ το άτομο χωρίς να βάλετε το κρασί στην εξίσωση. Για μια σπέσιαλ περίσταση πάντως αξίζει, για τους εννιά στους δέκα δεν προσφέρεται άλλωστε και για στέκι. 
Και με το φαγητό, τι γίνεται; Ας είμαστε ειλικρινείς. Θα μπορούσε το GB Roof Garden με αυτά τα προνόμια, αυτή τη διοίκηση και πιλότο τον executive chef του, Αστέριο Κουστούδη, να γίνει ένα σούπερ γαστρονομικό εστιατόριο και να διεκδικήσει μέχρι και αστέρι μισελέν; Σας απαντώ με βεβαιότητα πως ναι, θα μπορούσε. Άλλωστε ο ίδιος δεν ήταν που οδήγησε το Vardis πριν από μια δεκαετία και βάλε σε αυτή τη διάκριση και μάλιστα με ελληνική κουζίνα; Εδώ όμως, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δεν ήταν ποτέ αυτό το ζητούμενο. Εν προκειμένω, οι γεύσεις του βαδίζουν τα τελευταία χρόνια σε απλούστερα μονοπάτια, φλερτάροντας κυρίως με τον ευρωπαϊκό κοσμοπολιτισμό και τα μεσογειακά αρώματα, και παρότι δεν τους έλειπε συνήθως η δημιουργικότητα παρέμεναν στη βάση τους οικείες. Εδώ και περίπου ένα χρόνο όμως, ο Κουστούδης πήρε μια γενναία απόφαση: να ντύσει τα πιάτα του GB Roof Garden με ελληνικές πρώτες ύλες και βιολογικά εγχώρια προϊόντα μικρών παραγωγών, αφήνοντας στην απέξω πολυτελή, ξενόφερτα υλικά. Το αποτέλεσμα μου προκάλεσε αρκετά ανάμεικτα συναισθήματα. Από τη μια δηλαδή η κατεύθυνση που έπαιρνε το εστιατόριο ήταν απολύτως ουσιαστική και μόνο ως επιγενόμενο της μαγειρικής ενηλικίωσης του ίδιου θα μπορούσα να την εκλάβω. Από την άλλη όμως ορισμένες σπεσιαλιτέ ήθελαν ακόμη δουλειά. Ήταν λογικό σε αυτή τη στροφή να διαταραχθούν οι ισορροπίες τόσο σε τεχνικό όσο και σε δημιουργικό επίπεδο. 

Οχτώ μήνες μετά από εκείνη την αμήχανη βραδιά, και με αφορμή το πιο πρόσφατο δείπνο μου στο GB Roof Garden, διαπίστωσα πως η κουζίνα όχι μόνο βρίσκει τα πατήματα της αλλά βαδίζει με αργά μεν, σταθερά δε, βήματα προς μια άνοδο που είχα χρόνια να αισθανθώ στο εστιατόριο. Σε αυτό εκτός από την ενορχήστρωση και την υψηλή επιστασία του Αστέριου, συνηγορεί και ο ερχομός του Νίκου Λιόκα από αστεράτα εστιατόρια του Λονδίνου στην Αθήνα, όπως το Hide, το Fera at Claridge’s και το Davies & Brook. Δέκα χρόνια εμπειρίας σε αυτό το απαιτητικό τερέν δε τα λες και λίγα. Εδώ και δυο περίπου μήνες λοιπόν ανέλαβε χρέη head chef και τα πρώτα δείγματα γραφής, ανεβάζουν τις προσδοκίες. Πιστεύω μάλιστα πως όταν περάσει η μπόρα του καλοκαιριού θα επιταχύνουν περισσότερο κι έτσι η εξέλιξη θα γίνει πιο αντιληπτή. 

Μετά από όλο αυτό το σεντόνι, λεω να μη μπω σε αναλυτικές περιγραφές πιάτων. Θα σταθώ μόνο σε κάποια από αυτά που ξεχώρισα, όπως η τσακώνικη μελιτζάνα τους που ψήνεται και καπνίζεται στην εντέλεια, ενώ ένα απαλό γλάσο ντομάτας και κι ένα «χάδι» από σκόρδο υπογραμμίζουν όμορφα την εκφραστικότητα της. Ή ένα μαγιάτικο κομμένο σε όμορφες φέτες που αναδεικνύουν την υφή του, έρχεται μαριναρισμένο σε θαλασσινό με βιολογικά ντοματίνια, φράουλες και νεκταρίνια που έχω υποστεί ζύμωση, σηκώνοντας ψηλά το umami του πιάτου. Αλλά και σε εκείνο το καλαμάρι σε μικρές ροδέλες δοκιμάζεις την επιδέξια σχάρα, το ποσό δε του πάει η σάλτσα από καπνιστό ταραμά και η τραγανές «κλωστές» πατάτας, δε λέγεται. Το καλύτερο πιάτο της βραδιάς αποδείχθηκε μια λινγκουινάδα, με nduja και  σάλτσα από αυγοτάραχο, γάρο και μια ιδέα μοσχολέμονου: τεχνικά άψογο και βαθύτατο νόστιμο. Στη σφυρίδα η πετσούλα θα έπρεπε να είναι πιο τραγανή και η σάλτσα του πιάτου πιο μεστή και δεμένη με τα τροφαντά, υπέροχα μύδια και τις αγγινάρες, αλλά το ψάρι έσκιζε από νοστιμιά. Της λείπει πάντως μια αρωματική οξύτητα. Είπα αυτή τη φορά να πρωτοτυπήσω και να δοκιμάσω rib eye και δεν το μετάνιωσα καθόλου: αλάνθαστο ψήσιμο, πολλή νοστιμιά και μια κόκκινη σάλτσα, από εκείνες που σε κάνουν χαρούμενο. Κλείνω με ένα από τα πιο φίνα επιδόρπια που έχω δοκιμάσει ποτέ στο GB Roof Garden: ήταν ένας κύλινδρος από τραγανή ζύμη και πράσινο κάρδαμο που τη γεμίζουν με μαρμελάδα μάνγκο και passion fruit, αφρό από γιαούρτι με μέλι Ελάτης και παγωτό βανίλιας Μαδαγασκάρης. Μπράβο λοιπόν και στον νεαρό ζαχαροπλάστη, Αλέξανδρο Κούφα, για αυτό το γλυκό. Το pre dessert όμως θα έπρεπε να είναι πιο ανάλαφρο και δροσιστικό.
Η Κλίμακα της Βαθμολογίας