Έφη Αλεβίζου

03 Ιουλίου 2019
Μικαέλα Θεοφίλου
Η γνωστή δημοσιογράφος ανοίγει το γαστονομικό της ημερολόγιο και ξεχύνονται γεύσεις, μυρωδιές και νόστιμες αναμνήσεις.

Η Έφη εδώ και τρία χρόνια ασχολείται με την καταγραφή της επικαιρότητας στο womantoc.gr, ένα γυναικείο μέσο, το οποίο εστιάζει σε όλα εκείνα που κάνουν τις γυναίκες να χαίρονται, να σκέφτονται, να προβληματίζονται. Πληροφορία, ενημέρωση, μόδα, ομορφιά, πόλη, οικογένεια, άθληση, ταξίδια και φυσικά αφορμή για θέματα συζητήσεων στις παρέες. Για εκείνη το φαγητό είναι ένα θέμα συζήτησης, σκέψης, φιλοσοφίας ζωής και φυσικά, απόλαυσης. Το κείμενο που ακολουθεί το επιβεβαιώνει.

"Στις 7:30 το πρωί ένας προεπιλεγμένος ήχος κελαηδισμάτων της ζούγκλας, στο κινητό, μου χαϊδεύει τα αυτιά. Άλλες φορές πιάνει με τη μία, κάποιες άλλες λειτουργεί το snooze σαν αναγκαίο κακό. H πρώτη γαστριμαργική συνήθεια μόλις σηκωθώ είναι καφές φίλτρου με γάλα, χωρίς ζάχαρη και νιφάδες βρώμης με γιαούρτι, ίσως και κανένα ζουμερό φρούτο, ανάλογα με την εποχή. Τρελαίνομαι για παγωμένη πίτσα, απομεινάρι της προηγούμενης βραδιάς, αντί πρωινού, αλλά και για παραδοσιακές φρυγανιές σικάλεως με soft Lurpak, χωρίς αλάτι και μαρμελάδα φράουλα, με 40% λιγότερη ζάχαρη.

Μου αρέσουν πολλά μέρη για brunch γιατί τρελαίνομαι για αυγά -θα μπορούσα να τρώω κάθε μέρα. Αγαπώ το Monsieur Cannibal στο Παγκράτι, το Latraac στον Κεραμεικό, το Estrella στη Νέα Σμύρνη, το Beauty Killed the Beast στον Κεραμεικό, το 7 Cactus στο Κουκάκι, το Frater & Soror στο Παγκράτι. Εννοείται ότι παραγγέλνω αυγά. Άλλοτε τηγανητά, άλλοτε ποσέ ή ομελέτα από ασπράδι, εξαρτάται από τη λιγούρα. Αυτό που δεν παραλείπω ποτέ, όμως, είναι το συνοδευτικό Bloody Mary.

Το αγαπημένο μου φαγητό δρόμου  είναι τα σουβλάκια από τον Elvis. Υπάρχει κάτι τελετουργικό στο εν ριπή οφθαλμού αποδεκάτισμα των χοιρινών καλαμακίων του. Μια ατόφια νοστιμιά, χωρίς φτιασίδια και έξτρα γεύσεις. Πίτα, πατάτα, χοιρινό. Μια ευθεία απλότητα που δεν απογοητεύει ποτέ.

Σπάνια τρώω μεσημεριανό στο σπίτι και ακόμα πιο σπάνια τρώω κανονικό μεσημεριανό εκτός ίσως από τα σαββατοκύριακα και αυτά όχι όλα. Συνήθως θα καλύψω την πείνα μου με ένα σάντουιτς με τόνο ή σολομό σε μπέιγκελ ή μία σαλάτα με ρόκα, μανούρι και λιαστή ντομάτα. Μια συνταγή που συνηθίζω να φτιάχνω στο σπίτι είναι ντουντλς αυγού με κοτόπουλο, ψιλοκομμένα λαχανικά, φρέσκο κρεμμύδι, σόγια σος, λάδι σόγιας και miso. Τελευταία χρησιμοποιώ σχεδόν παντού miso, ακόμα και στο γιουβέτσι φούρνου κοτσάρω λίγο miso. Δίνει μία έξτρα γεύση, μια νότα εξωτισμού και «ουμαμίσιας» ισορροπίας που οι γευστικοί μου κάλυκες βρίσκουν εξαιρετική.

Εξαιρετικά βρίσκω και δύο μέρη για φαγητό που μου έρχονται τώρα, αυθόρμητα, χωρίς πολλή σκέψη. Το Nolan, στη Βουλής, στο οποίο πάντα τρώω τα νουντλς Soba με σολομό και το Σαραντατρίο, στην Φραντζή, όπου πάντα θα παραγγείλω το ποντιακό καρότο με κόλιανδρο. 

Σε ένα εστιατόριο αναζητώ πάντα τη γεύση. Την νοστιμιά. Σχεδόν τίποτε άλλο. Εάν βέβαια πρόκειται για κάποιο fancy στέκι της πόλης μπορεί και να αναζητήσω καλό εξαερισμό, χάι ντεκόρ, ψαγμένη μουσική και στιλάτους πελάτες. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα ξεγελάσω την ανάγκη μου για υψηλή γευστικότητα. Κατά συνέπεια, μου αρέσει η αυθεντικότητα ως προς την προσέγγιση της κάθε κουζίνας και η προσήλωση στην ικανοποίηση του ουρανίσκου. Αποκλειστικά. Με εκνευρίζουν οι αποτυχημένοι, γευστικοί πειραματισμοί γιατί κρίνω ότι θα έπρεπε να μείνουν αφανείς. Οτιδήποτε νέο, καινούργιο ή αδοκίμαστο με γοητεύει. Λατρεύω,δε,  τις εξής κουζίνες, με αυτήν ακριβώς την αμετάκλητη σειρά: Ιταλική, ινδική, ελληνική, ταϊλανδέζικη, ιαπωνική, κινέζικη, άλλη, δεν ξέρω/δεν απαντώ.

Tον ανεφοδιασμό του σπιτιού τον κάνω  από τον Βασιλόπουλο και από μια φρουτεμπορική του Αλίμου. Κρέατα και ψάρια ψωνίζω από αντίστοιχα συνοικιακά μαγαζιά. Δυστυχώς η τελευταία φορά που πήγα στη λαϊκή αγορά ήταν πριν πολλά χρόνια και αγόρασα κάτι βαμβακερά εσώρουχα του 5ευρου τα οποία αποδείχθηκαν σπουδαία επένδυση. Δεν αγόρασα τρόφιμα.

Τα τρόφιμα που θα βρει κανείς ανοίγοντας το ψυγείο μου είναι βασικά αλλά και επιλεγμένα: αυγά, βούτυρο, μαρμελάδες, τσάτνεϊ, φέτα Ήπειρος, μπλε τυρί, ντομάτες υδροπονίας, μπίρες, ροζέ και λευκό κρασί, ψωμί του τοστ σικάλεως, Milner, κύβους Knorr ενώ το ντουλάπι μου έχει φιδέ, μακαρόνια σικάλεως, μαύρη ζάχαρη, καφέ φίλτρου, τσάι του βουνού, χαμομήλι, έτοιμες σάλτσες Barilla.

Το προιόν όμως  χωρίς το οποίο... δεν μπορώ να ζήσω είναι το κατσικίσιο γάλα χωρίς λακτόζη, Όλυμπος. Το γάλα χωρίς λακτόζη έχει μια βανιλένια γεύση, μια απρόσμενη γλύκα. Λένε ότι μετά από κάποια ηλικία το γάλα πρέπει να καταναλώνεται με φειδώ. Από την άλλη λένε ότι το σώμα μας είναι σοφό και μας δείχνει ποιες τροφές μας ταιριάζουν και ποιες όχι. Οπότε, ακούω το σώμα μου που ζητά γάλα και παρακάμπτω τα ηλικιακά γκρουπ -γενικά. 

 Στις γαστρονομικές μου εμμονές συγκαταλέγεται το λεμόνι. Σχεδόν κάθε μέρα στύβω μισό ή ένα λεμόνι και το πίνω, σε ανύποπτο χρονικό διάστημα. Ακόμα και αργά το βράδυ. Νιώθω μια όξινη ευχαρίστηση, μια στιγμιαία κάθαρση, λες και όλα τα λιπαρά αυτομάτως διασπώνται στο σώμα μου. Δεν υπάρχει κάτι που σιχαίνομαι, ακόμα και πατσά έχω δοκιμάσει. Δεν θα ξαναδοκίμαζα όμως εύκολα. 

Αυτό που δοκιμάζω ομως όποτε μπορώ είναι η πίτσα. Η παντάνασσα των ντελίβερι. Μιας και είμαστε δύο στο σπίτι, επιλέγουμε μια συγκεκριμένη τριάδα γεύσεων από την Home pizza, που έχει πολύ καλό όνομα –και γευστική χάρη- στην περιοχή του Αλίμου και ενισχύει το μάρκετινγκ τύπου «στις δύο η μία δώρο»: μια μαργαρίτα, μία με ζαμπόν και ροκφόρ και μία Greek Mama.

Η αλήθεια είναι ότι ιδανικά, θα ήθελα μετά τις οκτώ το βράδυ να κλείσω το στόμα μου με φερμουάρ Ζάμα, που λέει και η μαμά μου. Όμως, αυτό δεν είναι εύκολο. Οπότε το βράδυ τρώω. Εάν βγω έξω θα σκάσω στο φαγητό, εάν μείνω σπίτι θα τσιμπάω μέχρι να σκάσω στο φαγητό. Κάποια βράδια προσπαθώντας να επιδείξω πειθαρχία δεν τρώω τίποτα και το αποτέλεσμα φαίνεται σε έναν άστατο και αγχωμένο ύπνο.

Όταν βγαίνω για ποτό συνήθως πίνω βότκα-σόδα ή εναλλακτικά βότκα-τόνικ εάν είμαι σε διάθεση να παραβλέψω τις θερμίδες από τη ζάχαρη του τόνικ. Τελευταία, όμως, πίνω ροζέ κρασί και προσθέτω ένα-δυο παγάκια. 

Κεφάλαιο – γλυκά: τρελαίνομαι για μπαμπάδες με ρούμι. Ανακαλύπτω μία συμπυκνωμένη πληρότητα μέσα στα σιροπιαστά σαβαρέν. Από ζαχαροπλαστεία ξεχωρίζω την Τούλα και την Εκλεκτούλα στο Παγκράτι. Είναι παλιά μαγαζιά, με ιστορία και μία ρετρό, αλάνθαστη αγάπη για την έννοια του γλυκού. Άσε που η Τούλα με το παγωτό μουστάρδα έχει δημιουργήσει ένα από τα πρώτα viral της γεύσης στην Αθήνα –πριν καν ανακαλυφθεί ο όρος.

 Κάπου διάβασα ότι ο συνδυασμός γλυκού και αλμυρού είναι ό,τι πιο εθιστικό για την τέρψη του λάρυγγα και έτσι κάπως εξηγήθηκε μέσα μου γιατί αγαπώ τόσο πολύ την κρητική γραβιέρα με μέλι ή την γραβιέρα Νάξου με τσάτνεϊ ή το φυστικοβούτυρο με μαρμελάδα φράουλα που λειτουργούν σε μένα σαν comfort food. Είναι μετρημένες στα δάχτυλα οι φορές που θα έλεγα όχι σε κάποιο από τα παραπάνω γευστικά δίδυμα. 

Όταν ήμουν παιδί όμως λαχταρούσα το σπανακόρυζο, το είχα στην ίδια θέση που τα άλλα παιδιά έβαζαν την μπριζόλα με τις πατάτες –στα 80s το κρέας δεν ήταν τόσο ύποπτο και ενοχοποιημένο. Μεγαλώνοντας το «ξελαχράρισα». Δεν ξεπέρασα, όμως ποτέ τα γεμιστά, τα οποία τα προτιμώ «λασπωμένα» και όχι σπυρωτά.

Και από το ταξίδι μου στο χρόνο, ταξίδι στις Κυκλάδες για τις καλοκαιρινές διακοπές. Γιατί καλοκαίρι ίσον διακοπές. Διακοπές ίσον Κυκλάδες. Η Τήνος έχει γίνει σημείο αναφοράς μετά από δύο συνεχόμενες επισκέψεις στο νησί. Ο «Ντίνος» στον Όρμο Γιαννάκη, στην Κάρδιανη, φυλάει μερικές από τις πιο δυνατές αναμνήσεις στην καρδιά μου. Η κακαβιά και η ταραμοσαλάτα με μελάνι σουπιάς αξέχαστα και τα δυο. Καρδούλα, όπως λέμε στα σόσιαλ. 

Και μιας που είπα σόσιαλ, με ενθουσιάζει μεν το γεγονός ότι το φαγητό έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του σύγχρονου τρόπου ζωής, διαμορφώνει κουλτούρα και αγορά, καλύπτει την ανάγκη για συνύπαρξη και κοινωνικοποίηση πέρα από την βασική ανάγκη της θρέψης όμως δεν πολυτρελαίνομαι με τις εικόνες φαγητού στα σόσιαλ, κυρίως γιατί η φωτογράφιση ενός πιάτου είναι δύσκολο πρότζεκτ και δεν αποδίδεται γοητευτικά. Όση μαεστρία απαιτεί το μαγείρεμα ενός πιάτου άλλη τόση απαιτεί η απαθανάτιση αυτού στο ίνσταγκραμ. Βέβαια, κάποια μαγαζιά φροντίζουν να σερβίρουν «ινσταγκραμικά» πιάτα βοηθώντας την κατάσταση και ενισχύοντας της εξωστρέφεια της κάθε κουζίνας.

Όπως καταλάβατε, λατρεύω το φαγητό, το σκέφτομαι πολλές ώρες την ημέρα, μιλάω για αυτό, ενίοτε γράφω για αυτό και σίγουρα (το φαγητό) βρίσκεται στο top 3 των καθημερινών μου απολαύσεων και όλα αυτά ενώ δε θα ’λεγα ότι είμαι ο γκουρμέ τύπος που γνωρίζει σε βάθος το θέμα του φαγητού.

Το μόνο που με νοιάζει είναι η ουσία του και αυτή είναι οι  αγαπημένοι φίλοι μου, αυτοί με τους οποίους τρώμε όλοι μαζί, συχνά τις Κυριακές τα μεσημέρια έξω. Ξέρουν αυτοί ποιοι είναι. "


*Η φωτογραφία είναι της Εύας Βαρβεροπούλου για το πρότζεκτ #beingme της Δήμητρας Δανίκα.